Ιερουσαλήμ-Μαρίενμπουργκ – μέρος Ι

   

Από τα τρία μεγάλα στρατιωτικά θρησκευτικά τάγματα του Μεσαίωνα, το τάγμα των Τευτόνων Ιπποτών είναι αυτό με τις περισσότερες ιδιαιτερότητες. Λαμβάνοντας υπόψη τη χρονολογία ίδρυσης, πρόκειται για το νεότερο τάγμα. Σε αντίθεση προς τον πολυεθνικό χαρακτήρα των Ναϊτών και των Ιωαννιτών, οι Τεύτονες έχουν ομοιογενή σύνθεση, καθώς στρατολογούν τα μέλη τους σχεδόν αποκλειστικά στη Γερμανία. Πρόκειται, επίσης, για το τάγμα με τη λιγότερο σημαντική δράση στους Άγιους Τόπους, γεγονός που εξηγείται από το ότι πολύ γρήγορα το κέντρο βάρους των δραστηριοτήτων τους μετατοπίστηκε σε έναν εντελώς διαφορετικό γεωγραφικό χώρο. Τέλος, είναι το ιπποτικό τάγμα του οποίου η σύγχρονη εικόνα έχει υποστεί την πιο έντονη παραμόρφωση: καθώς το όνομά τους είναι συνυφασμένο με την επέκταση του γερμανικού έθνους προς Ανατολάς (Drang_nach_Osten), ο άνθρωπος της εποχής μας συνδέει σχεδόν κατ’ ανάγκη τη δράση των Τευτόνων με παρεμφερή πρόσφατα γεγονότα που συνδέονται με ορισμένες από τις πιο σκοτεινές σελίδες της νεότερης Ιστορίας. Με άλλα λόγια, η εικόνα που έχουμε για τους Τεύτονες Ιππότες ταυτίζεται με τις σεκάνς του μεγαλειώδους φιλμ του Σεργκέι Μιχάιλοβιτς Έιζενστέιν για τον Αλέξανδρο Νιέφσκι: είναι οι κακοί της ιστορίας που κάτω από τις μεσαιωνικές πανοπλίες και τους μανδύες με τον μαύρο σταυρό κρύβουν τη φρίκη του ναζιστικού ολοκληρωτισμού. Χωρίς να απαιτείται να φτάσουμε στο άλλο άκρο, αυτό της αγιογραφικής παρουσίασης, ας προσπαθήσουμε να ξετυλίξουμε τις πιο σημαντικές στιγμές της ιστορίας αυτών των παρεξηγημένων.  

Ι. Οι Τεύτονες Ιππότες στους Αγίους Τόπους 

Α. Ίδρυση και ανάπτυξη του τάγματος.α. Οι απαρχές: από την Ιερουσαλήμ στην Άκρα. Η ιστορία μας ξεκινά κατά κάποιο τρόπο γύρω στα 1120 στη φραγκική Ιερουσαλήμ: Γερμανοί προσκυνητές ιδρύουν ένα «νοσοκομείο» με σκοπό τη φιλοξενία και τη φροντίδα των άπορων κι αρρώστων ομοεθνών τους (το μεσαιωνικό hospitalis είναι πρωτίστως ξενώνας και πτωχοκομείο και, συνακόλουθα, νοσοκομείο με τη σύγχρονη έννοια). Πότε ακριβώς; Ίσως το 1118 ή, αν πιστέψουμε τη μαρτυρία του χρονικογράφου Ιωάννη της Υπρ, το 1127-1128 (Alain Demurger «Chevaliers du Christ – Les ordres religieux-militaires au Moyen Âge, XIe-XVIe siècle«, εκδ. Seuil, Παρίσι, 2002, σελ. 45). Το 1143, ο πάπας Κελεστίνος Β΄ αποφάσισε την υπαγωγή του ιδρύματος και της αδελφότητας που είχε την ευθύνη της λειτουργίας του στο τάγμα των Ιωαννιτών. Η έλλειψη στοιχείων υποδηλώνει ότι η δραστηριότητα του γερμανικού νοσοκομείου της Ιερουσαλήμ μάλλον δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Σε κάθε περίπτωση, μετά τη συντριβή των χριστιανικών δυνάμεων στο Χαττίν και την ανάκτηση της Ιερουσαλήμ από τον Σαλαδίνο, το ίδρυμα και το αφιερωμένο στην Παναγία παρεκκλήσιό του πέρασαν στα χέρια των μουσουλμάνων.    

Τέσσερα χρόνια αργότερα, κι ενώ οι χριστιανοί πολιορκούν την Άκρα προσπαθώντας να ανακτήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα από τα χαμένα εδάφη τους στην Παλαιστίνη και στη Συρία, δύο Γερμανοί έμποροι, από τη Βρέμη και τη Λυβέκη αντίστοιχα, οργανώνουν ένα νοσοκομείο εκστρατείας στο στρατόπεδο των σταυροφόρων. Όταν η πόλη καταληφθεί, το νοσοκομείο αυτό θα εγκατασταθεί μόνιμα κοντά στην πύλη του Αγίου Νικολάου. Δεν αποτελεί συνέχεια εκείνου της Ιερουσαλήμ: κανένα από τα πρόσωπα του αρχικού ιδρύματος δεν φαίνεται να εμπλέκεται στην ίδρυση και λειτουργία του νοσοκομείου της Άκρας, μολονότι το χρονικό διάστημα μεταξύ της παύσης λειτουργίας του ενός και της δημιουργίας του δευτέρου είναι σχετικά μικρό (Sylvain Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, εκδ. Tallandier, Παρίσι, 2007, σελ. 24 επ.). Εντούτοις, στα κατοπινά χρόνια, τα μέλη του τάγματος δεν θα σταματήσουν να επικαλούνται το γερμανικό νοσοκομείο της Ιερουσαλήμ, ισχυριζόμενοι ότι το Τάγμα αποτελεί συνέχειά του, τόσο για λόγους απόδειξης αρχαιότητας όσο και λόγω της συμβολικής αξίας που θα είχε μια τέτοια αρχική έδρα. Πάντως, το 1196, ο πάπας Κελεστίνος Γ΄ θα παραχωρήσει προνόμια στο νέο ίδρυμα και θα αναγνωρίσει την αυτονομία του έναντι του Τάγματος του Νοσοκομείου του Αγίου Ιωάννου.

Η κρίσιμη καμπή χρονολογείται στα 1197-1198. Ο Γερμανός αυτοκράτορας και βασιλιάς της Σικελίας και Κάτω Ιταλίας Ερρίκος Στ΄ των Χοχενστάουφεν σχεδίαζε μια μεγάλη σταυροφορία, την οποία δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει ποτέ λόγω του πρόωρου θανάτου του από ελονοσία, τον Αύγουστο του 1197. Ωστόσο, αρκετοί Γερμανοί σταυροφόροι έφτασαν στην Άκρα εκείνη τη χρονιά. Σ’ αυτούς οφείλεται και η απόφαση για την μετατροπή του γερμανικού νοσοκομείου της Άκρας σε στρατιωτικό θρησκευτικό τάγμα (Φεβρουάριος 1198). Το νεοσύστατο τάγμα θα αποκτήσει ένα μικτό Κανόνα: όσον αφορά τη στρατιωτική δράση θα ακολουθεί τον Κανόνα των Ναϊτών, ενώ για τη φιλανθρωπική δράση του τον αντίστοιχο των Ιωαννιτών (βλ. παπική βούλα του Ιννοκέντιου Γ΄ Sacrosancta Romana ecclesia, 19 Φεβρουαρίου 1198). Το Τάγμα της Παναγίας των Τευτόνων έχει μόλις γεννηθεί: Ordo sanctae Mariae teutonicorum (η γαλλική ονομασία θα είναι κάπως πιο φανταχτερή μια και γίνεται λόγος για το Άγιο Ιπποτικό Τάγμα του Νοσοκομείου της Παναγίας του Οίκου των Γερμανών – Saint ordre chevaleresque de l’hôpital de Sainte-Marie de la maison des Allemands -, η γερμανική πολύ πιο λιτή: Deutsche Ritterorden).

Κάθε αρχή και δύσκολη. Το τάγμα έχει να αντιμετωπίσει τα συνήθη προβλήματα οργάνωσης, στρατολόγησης και ανεύρεσης των αναγκαίων πόρων για τη λειτουργία. Έχει να ανταγωνιστεί τους Ναΐτες και τους Ιωαννίτες που μετρούν ήδη τουλάχιστον 70 χρόνια λειτουργίας. Οι δεύτεροι, μάλιστα, δεν θα σταματήσουν να διεκδικούν την κηδεμονία του γερμανικού τάγματος! Όσο για τους πρώτους δεν θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο προκειμένου να εμποδίσουν τους Τεύτονες να φορούν τον λευκό μανδύα με τον μαύρο σταυρό που είχαν επιλέξει ως επίσημο ένδυμα. Καθώς οι (αρχαιότεροι) Ναΐτες φορούσαν κι αυτοί λευκό μανδύα (με κόκκινο, πάντως, σταυρό), πίστευαν ότι η επιλογή των Τευτόνων προκαλούσε σύγχυση. Κατάφεραν μάλιστα να πείσουν τον πάπα Ιννοκέντιο να απαγορέψει στους Τεύτονες να φορούν λευκό μανδύα (27 Αυγούστου 1210)! Η απόφαση ανακλήθηκε 11 μήνες αργότερα (Demurger, όπ.π., σελ. 207/ Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 29-30).   

β. Ο Χ. φον Ζάλτσα μέγας μάγιστρος των Τευτόνων: Οι Τεύτονες Ιππότες θα γνωρίσουν την πρώτη περίοδο ακμής τους στα χρόνια του τέταρτου κατά σειρά μεγάλου μαγίστρου τους, του ιδιοφυούς πολιτικού και διπλωμάτη Χέρμανν φον Ζάλτσα, ο οποίος κατείχε το αξίωμα από το 1209/1210 έως το 1239 (Demurger, όπ.π., σελ. 46/ Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 32-33). Ο φον Ζάλτσα προερχόταν από οικογένεια μινιστράλιων (κατώτερων ευγενών μάλλον ταπεινής καταγωγής) η οποία είχε εκτάσεις κοντά στην Ερφούρτη και βρισκόταν στην υπηρεσία του Λαντγκράβου της Θουριγγίας. Στα χρόνια που κατέχει το αξίωμα του μεγάλου μαγίστρου, το Τάγμα θα κάνει για πρώτη φορά αισθητή την παρουσία του σε στρατιωτικό επίπεδο, συμμετέχοντας στην Ε΄ Σταυροφορία και, ειδικότερα, διακρινόμενο στην πολιορκία της Δαμιέττης (1218-1219). Κυρίως, όμως, ο μάγιστρος θα συνδέσει την τύχη και τα συμφέροντα του τάγματος με αυτά της Αγίας Γερμανικής Αυτοκρατορίας και ειδικότερα του οίκου των Στάουφεν και του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β΄ (για τον οποίο βλ. στο παρόν ιστολόγιο το έκτο και το έβδομο μέρος της σειράς για τους Νορμανδούς στην Κάτω Ιταλία). Ο φον Ζάλτσα είναι αυτός που θα προξενέψει στον Φρειδερίκο την Ισαβέλλα (γνωστότερη ως Γιολάντα), κόρη του βασιλιά της Ιερουσαλήμ Ιωάννη Βριέννιου, προκειμένου ο Στάουφεν ηγεμόνας να γίνει διάδοχος του βασιλείου της Ιερουσαλήμ. Ο ίδιος θα παρακινήσει τον αυτοκράτορα να αναλάβει την (κυρίως διπλωματική) Στ΄ Σταυροφορία, στης οποίας τον σχεδιασμό θα συμμετάσχει ενεργά. Κατά πάσα πιθανότητα, πρέπει να συμμετείχε και στις διαπραγματεύσεις που κατέληξαν στη σύναψη της συνθήκης της Γιάφας (Φεβρουάριος 1129), με την οποία ο Αγιουβίδης σουλτάνος Αλ Καμίλ επέστρεψε την Ιερουσαλήμ στους χριστιανούς, έστω και υπό το καθεστώς της ελεύθερης και ανοχύρωτης πόλης και υπό τον όρο του σεβασμού των ιερών για τους μουσουλμάνους τόπων. Φυσικά, ένα μήνα αργότερα, ο μεγάλος μάγιστρος στεκόταν δίπλα στον αυτοκράτορα όταν ο Φρειδερίκος στέφθηκε βασιλιάς της Ιερουσαλήμ στη βασιλική του Πανάγιου Τάφου. Τέλος, ήταν το πρόσωπο που μεσολάβησε προκειμένου ο πάπας Γρηγόριος Θ΄  να συμφιλιωθεί με τον αυτοκράτορα (Αύγουστος 1229) και να άρει τον αφορισμό που του είχε επιβάλλει το 1227, επειδή ο δεύτερος καθυστερούσε να ξεκινήσει τη σταυροφορία που είχε υποσχεθεί. Πάντως, οι Τεύτονες Ιππότες ουδέποτε θα εγκατασταθούν στην Ιερουσαλήμ. Η έδρα του τάγματος θα παραμείνει στην Άκρα έως το 1230, οπότε και θα μεταφερθεί στο γειτονικό κάστρο του Μονφόρ (βλ. Kristjan Toomaspoeg «Histoire des Chevaliers Teutoniques» εκδ. Flammarion, Παρίσι, 2001, σελ. 27).

Β. Σύνθεση του τάγματος και γεωγραφική εξάπλωση 

α. Γερμανοί και ευγενείς; Η μεγάλη ιδιατερότητα των Τευτόνων σε σχέση με τα άλλα δύο τάγματα είναι βέβαια ο ομοιογενής εθνικός τους χαρακτήρας. Θα μπορούσε η απόφαση δημιουργίας ενός γερμανικού τάγματος να θεωρηθεί εκδήλωση εθνικισμού; Σε μια εποχή που δεν γνωρίζει την έννοια του έθνους με τους σύγχρονους όρους, κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά παρακινδυνευμένο. Στην πραγματικότητα, ο αμιγώς γερμανικός χαρακτήρας του τάγματος οφείλεται σε πρακτικούς λόγους: αφενός, στην καταρχήν γλωσσική (και κατ’ επέκταση πολιτιστική) οικειότητα μεταξύ Γερμανών, οι οποίοι στους Άγιους Τόπους βρίσκονταν κατά κάποιο τρόπο αποκλεισμένοι ανάμεσα σε γαλλόφωνους και ιταλόφωνους. Αφετέρου στις σχέσεις εξάρτησης που συνέδεαν τα μέλη του τάγματος με τους διάφορους ηγεμόνες της Γερμανικής Αυτοκρατορίας (Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 23). Έπειτα,  στον Κανόνα και τους κανονισμούς του τάγματος δεν υπήρχε κανένας περιορισμός που να απέκλειε υποψήφιο λόγω εθνοτικής καταγωγής. Φυσικά, η συντριπτική πλειονότητα των μελών ήταν Γερμανοί. Η σύνθεση του τάγματος μπορεί ίσως να συναχθεί έμμεσα κι από τη γλώσσα στην οποία έχουν συνταχθεί τα σωζόμενα αντίγραφα του Κανόνα: 24 είναι γραμμένα στα γερμανικά, 4 στα λατινικά, 1 στα ολλανδικά κι 1 (ημιτελές) στα γαλλικά (Demurger, όπ.π., σελ. 86).

Σε όλα τα στρατιωτικά θρησκευτικά τάγματα, ο κανόνας είναι ότι οι ιππότες στρατολογούνται από την τάξη των ευγενών. Όπως στους Ναΐτες (και σε μικρότερο βαθμό στους Ιωαννίτες), έτσι και στους Τεύτονες ο μεγάλος όγκος των ιπποτών προέρχεται από την κατώτερη αριστοκρατία. Μόνο ένα ποσοστό που μόλις υπερβαίνει το 10 % ανήκει στους ανώτερους ευγενείς κι ένα αντίστοιχο προέρχεται από την αριστοκρατία των πόλεων (Demurger, όπ.π., σελ. 103). Σε κάθε περίπτωση, η έννοια του ευγενούς στη μεσαιωνική Γερμανία είναι πολύ ελαστικότερη απ’ ό,τι λ.χ. στη Γαλλία. Η κατάσταση αυτή θα επιτρέψει τη στρατολόγηση ιπποτών με αστική καταγωγή (Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 68-69/ Toomaspoeg, όπ.π., σελ. 47-49). Ακόμη κι ένας μεγάλος μάγιστρος θα μπορούσε να κατάγεται από οικογένεια αστών (τέτοια είναι η περίπτωση του Καρόλου της Τρίερ, μεγάλου μαγίστρου από το 1311 έως το 1324). 

β. Ένα δίκτυο σε εξάπλωση: Οι Τεύτονες Ιππότες θα εκμεταλλευθούν τις εξαίρετες σχέσεις τους με τον Φρειδερίκο προκειμένου να εξαπλώσουν το δίκτυο των βάσεών τους, όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και στο προσφιλές στον Φρειδερίκο βασίλειο της Σικελίας και Κάτω Ιταλίας (με σημαντικότερες εγκαταστάσεις και έδρες διοίκησης στο Παλέρμο και τη Μπαρλέτα). Ακολουθώντας την πρακτική Ναϊτών και Ιωαννιτών, θα χρησιμοποιήσουν τις περιοχές αυτές προκειμένου, αφενός, να στρατολογούν νέα μέλη και, αφετέρου, να εκμεταλλεύονται τις ιδιοκτησίες τους έτσι ώστε να χρηματοδοτούν τις στρατιωτικές δραστηριότητες στις «εμπόλεμες» ζώνες. Στις πιο «θερμές» ζώνες αποκτούν την ιδιοκτησία εκτάσεων και οχυρώσεων στην Παλαιστίνη, τη Συρία, την Αρμενία, αλλά και την Ελλάδα (η οποία για τους Τεύτονες δεν ήταν τυπικά εμπόλεμη περιοχή, όπως οι άλλες τρεις): θα εγκατασταθούν κυρίως στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας (Κορώνη, Μεθώνη, Καλαμάτα), έχοντας την έδρα της διοίκησης της «Επαρχίας της Ρωμανίας» στη Μοστενίστα της Ηλείας (Toomaspoeg όπ.π., σελ. 80-82/ Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 35, 95). Εντούτοις, παρ’ όλη τη στρατιωτική και διοικητική δράση των Τευτόνων Ιπποτών στην ανατολική Μεσόγειο, οι πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας επρόκειτο να γραφούν πολύ βορειότερα.

ΙΙ. Οι Τεύτονες Ιππότες στην Ανατολική Ευρώπη

 Α. Η Βορειοανατολική Ευρώπη πριν την έλευση του Τάγματος

α. Drang nach Osten: «Στο τέλος του δέκατου αιώνα αρχίζει η γερμανική επέκταση προς Ανατολάς (Drang nach Osten), μεγάλο μεταναστευτικό κίνημα που συνδυάζει τον αποικισμό με στόχο την αγροτική εκμετάλλευση εδαφών, τον εκγερμανισμό και τον εκχριστιανισμό. Εν μέρει αυθόρμητος, ο αποικισμός αυτός συνήθως πλαισιώθηκε και οργανώθηκε από τους ηγεμόνες της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, λαϊκούς και θρησκευτικούς…» (Demurger, όπ.π., σελ. 67). Φυσικά, ο επεκτατισμός αυτός είχε ως θύματά του τους αυτόχθονες πληθυσμούς των περιοχών των ακτών της Βαλτικής από τα ανατολικά του Έλβα ως τον Φιννικό Κόλπο. Οι λαοί αυτοί, που δεν είχαν ακόμη ασπασθεί τον χριστιανισμό, ανήκαν σε τρεις γλωσσικές οικογένειες: υπήρχαν Σλάβοι, όπως οι Σοραβοί, οι Οβοδρίτες και οι Βένδοι, λαοί που μιλούσαν βαλτικές γλώσσες, όπως οι οι Πρώσοι (ή Προυθηνοί), οι Λεττονοί, οι Σεμιγάλλιοι και οι Λιθουανοί, και, τέλος, πληθυσμοί των οποίων οι γλώσσες ανήκαν στη φιννο-ουγγρική οικογένεια, όπως οι Κούροι, οι Λίβοι ή Λιβονοί και οι Εσθονοί. Μια ζώνη δασών και ελών (Wildnis) χώριζε τα εδάφη αυτά από τα πιο οργανωμένα κράτη της ευρύτερης περιοχής: τις ορθόδοξες ρωσικές ηγεμονίες του Νόφγκοροντ και του Πσκοφ στα βορειοανατολικά, το ειδωλολατρικό κράτος της Λιθουανίας στα ανατολικά και τις καθολικές πολωνικές ηγεμονίες στα νότια και νοτιοδυτικά (βλ. Demurger, όπ.π./ Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 145 επ.). Στην περιοχή μεταξύ του Έλβα και του Όντερ ο εκχριστιανισμός επιτεύχθηκε με τη μαζική έλευση Γερμανών αποίκων και την ίδρυση πολυάριθμων μονών από τους Κιστερκιανούς. Ανατολικά του Όντερ, όμως, η κατάσταση ήταν εντελώς ρευστή. Οι χριστιανοί ηγεμόνες προσπάθησαν να επιτύχουν τους στόχους τους μέσω των ιπποτικών ταγμάτων. Πριν την άφιξη των Τευτόνων στην περιοχή, έδρασαν δύο εφήμερα τάγματα: καθώς και τα δύο απέτυχαν στον σκοπό τους, συγχωνεύθηκαν τελικά με τους Τεύτονες Ιππότες.

β. Τα εφήμερα ιπποτικά τάγματα – i. οι Αδελφοί του Ξίφους στη Λιβονία: Στη Λιβονία, το ανατολικό τμήμα της περιοχής που αναφερόμαστε, το οποίο συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με τα εδάφη της σημερινής Λετονίας και Εσθονίας, είχαν εγκατασταθεί πολυάριθμοι Γερμανοί και Σκανδιναβοί (κυρίως Δανοί) που εμπορεύονταν ξυλεία, γούνες και ήλεκτρο. Στα τέλη του 12ου αι. ιδρύεται χριστιανική επισκοπή στο Ύξκυλλ (σημερινό Ίκσκιλλε στη Λεττονία). Καθώς οι ιθαγενείς πληθυσμοί αρνούνται να εκχριστιανισθούν, ο επίσκοπος Αλβέρτος του Μπουξχέφντεν καλεί σε σταυροφορία τους Γερμανούς ευγενείς: τα χριστιανικά εδάφη επεκτείνονται και ιδρύεται η πόλη της Ρίγας (1200) όπου και μεταφέρεται η έδρα της επισκοπής. Για την υπεράσπιση της περιοχής ο Αλβέρτος οργανώνει σε τάγμα τους ιππότες που είχε στρατολογήσει: πρόκειται για τους Αδελφούς του Ιπποτικού Τάγματος του Χριστού της Λιβονίας, τους οποίους αναγνωρίζει επίσημα ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ το 1204. Ακολουθούν τον Κανόνα των Ναϊτών και φέρουν λευκό μανδύα τον οποίο στολίζουν κόκκινος σταυρός και ξίφος: για τον λόγο αυτό θα γίνουν γνωστοί και ως Αδελφοί του Ξίφους (Schwertbrüder) ή Ξιφοφόροι. Το πρόβλημα για τους Αδελφούς του Ξίφους ήταν η έλλειψη αυτονομίας: υποτελείς του επίσκοπου της Ρίγας και ηγεμόνα της περιοχής, είχαν επιπροσθέτως να αντιμετωπίσουν τις διεκδικήσεις του βασιλικού οίκου της Δανίας και τις συνεχείς εξεγέρσεις των αυτοχθόνων (ιδίως των Εσθονών). Παρά τις αρχικές επιτυχίες τους (μέχρι το 1230) δεν θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον λιθουανικό επεκτατισμό. Το 1236 θα συντριβούν από το μεγάλο δούκα της Λιθουανίας, τον Μιντάουγκας, στη Μάχη του Σιαουλιάι: το τάγμα δεν θα συνέλθει ποτέ από την ήττα αυτή.

ii. Το Τάγμα του Ντόμπριν στην Πρωσία. Πιο δυτικά, οι Πολωνοί ηγεμόνες αναζητούσαν στηρίγματα που θα τους προστάτευαν από τις επιδρομές των Πρώσων. Ο Κορράδος Α΄, δούκας της Μαζοβίας, σε συνεργασία με τον πρώτο επίσκοπο Πρωσίας, τον Χριστιανό (ο οποίος είχε διατελέσει μοναχός στην πανίσχυρη μονή Κιστερκιανών της Ολίβα, κοντά στο Γκντάνσκ), αναθέτει την άμυνα της Μαζοβίας έναντι των Πρώσων σε ένα ιπποτικό τάγμα που είχε ιδρύσει ο επίσκοπος με σκοπό την προστασία των ιεραποστολικού έργου στην Πρωσία. Επρόκειτο για το Τάγμα των Ιπποτών του Χριστού της Πρωσίας: καθώς όμως ο Δούκας τους παραχώρησε ως φέουδο την πόλη του Ντόμπριν (πολ. Ντόμπρζυν), όπου και εγκατέστησαν την έδρα τους, έμειναν γνωστοί ως Τάγμα του Ντόμπριν. Οι ιππότες κατόρθωσαν να προσελκύσουν αρκετούς Γερμανούς αποίκους και να μετατρέψουν την έδρα τους σε αληθινή πόλη. Φαίνεται όμως ότι ο δούκας της Μαζοβίας δεν ήταν ιδιαίτερα ικανοποιημένος από τα αποτελέσματά τους όσον αφορά την άμυνα του δουκάτου. Κι έτσι απευθύνθηκε στους Τεύτονες Ιππότες (Demurger, όπ.π., σελ. 70-71).

Β. Οι Τεύτονες Ιππότες στην Ανατολή: τα πρώτα χρόνια.

α. Το ουγγρικό πείραμα: Οι Τεύτονες είχαν ήδη μια εμπειρία, έστω και… τραυματική, στην Ανατολική Ευρώπη (βλ. Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 43-53). Το 1211, ο βασιλιάς της Ουγγαρίας Ανδρέας Β΄, τους παραχώρησε τη Μπούρτσενλαντ, περιοχή που βρίσκεται στη σημερινή ρουμανική Τρανσυλβανία, προκειμένου να την προστατέψουν από τις επιδρομές των Κουμάνων. Οι Τεύτονες ανταποκρίθηκαν στο αίτημα του Μαγυάρου μονάρχη, αλλά γρήγορα ήρθαν σε σύγκρουση με τον επίσκοπο της Τρανσυλβανίας. Ο πάπας Ονώριος Γ΄ επίλυσε τη διαφορά υπέρ των ιπποτών, αποσπώντας την περιοχή από την εξουσία του επισκόπου. Κάτι τέτοιο υπερέβαινε τα όρια των παραχωρήσεων που ήταν διατεθειμένος να κάνει ο Ούγγρος βασιλιάς, ο οποίος και εξεδίωξε τους Τεύτονες από τα εδάφη του (1225).

β. Πρωσία και Λιβονία – i. η πρόσκληση του Δούκα της Μαζοβίας και η κατάκτηση της Πρωσίας από τους Τεύτονες Ιππότες: Όταν, πάντως, ο δαιμόνιος μάγιστρος φον Ζάλτσα πληροφορήθηκε το αίτημα του δούκα της Μαζοβίας (λίγους μήνες μετά το άδοξο τέλος της ουγγρικής εμπειρίας), δεν δίστασε καθόλου. Φρόντισε βέβαια να εξασφαλιστεί. Ο Κορράδος υποσχόταν να παραχωρήσει στο Τάγμα την περιοχή του Κουλμ (πολ. Χέουμνο – Chełmno -, με συνήθη μεταγραφή Χέλμνο) και τα μισά από τα εδάφη που θα καταφέρει να κατακτήσει στην Πρωσία. Ο φον Ζάλτσα βρίσκεται εκείνη την περίοδο στη Φότζα, κοντά στον Φρειδερίκο, στον οποίο και στρέφεται για υποστήριξη. Ο δεύτερος, με βούλα χρονολογημένη τον Μάρτιο του 1226, η οποία δημοσιεύθηκε στο Ρίμινι, επικυρώνει τις παραχωρήσεις του δούκα της Μαζοβίας και αναγνωρίζει τα κυριαρχικά δικαιώματα των Τευτόνων στην Πρωσία, χωρίς να κάνει λόγο για συγκυριαρχία του Πολωνού ηγεμόνα. Σήμερα, οι ιστορικοί πιστεύουν ότι η βούλα του Ρίμινι είναι… προχρονολογημένη και ότι συντάχθηκε μόλις το 1235, προκειμένου να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως διαπραγματευτικό όπλο που θα εμποδίσει τον Κορράδο να υπαναχωρήσει από τη δωρεά του (Demurger, όπ.π., σελ. 72-73/ Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 179 επ.). Ό,τι κι αν συνέβη πραγματικά, το 1230 ο πάπας Γρηγόριος Θ΄ δίνει στους Τεύτονες την άδεια να εγκατασταθούν στην Πρωσία. Το 1234, ο ίδιος, μολονότι θεωρεί τις κατακτημένες περιοχές εδάφη της Αγίας Έδρας, παραχωρεί τη διοίκησή τους στους ιππότες, χωρίς να αναγνωρίζει δικαίωμα συγκυβέρνησης στον Δούκα της Μαζοβίας (βούλα της 3ης Αυγούστου, η οποία εκδόθηκε στο Ριέτι, βλ. Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 173-178).

Ήδη το 1230, ο φον Ζάλτσα διορίζει τον Χέρμανν Μπαλκ μάγιστρο (Landmeister) της Πρωσίας. Μέσα σε 12 χρόνια ο Μπαλκ θα πετύχει να κατακτήσει το μεγαλύτερο τμήμα της Πρωσίας και να το οργανώσει εγκαθιστώντας Γερμανούς αποίκους και χτίζοντας κάστρα κι οχυρά. Η γρήγορη αυτή επιτυχία είναι πρόσκαιρη: το 1242 οι Πρώσοι εξεγείρονται μαζικά, υποκινούμενοι από τον Σβιαντόπελκ Β΄ (πολ. Σβιεζτόπεουκ), τον Πολωνό δούκα της Πομερανίας. Οι Τεύτονες διατηρούν τον έλεγχο μόνο των οχυρωμένων πόλεων του Κουλμ, του Τορν, του Έλμπινγκ και του Ρέντεν. Η ανάκτηση και η διατήρηση των εδαφών θα απαιτήσει σειρά από σταυροφορίες, κατά τη διάρκεια των οποίων θα ενισχύσουν τους Τεύτονες Ιππότες μονάρχες και ευγενείς της χριστιανικής Ευρώπης. Ο βασιλιάς στον οποίο αναφέρεται η ονομασία της ιστορικής πόλης του Κένιγκσμπεργκ, την οποία ίδρυσαν οι Τεύτονες στην Ανατολική Πρωσία το 1255, είναι ο Όττοκαρ Β΄ της Βοημίας που συνέδραμε στρατιωτικά το Τάγμα και συμμετείχε προσωπικά στη σταυροφορία του 1254-1255.

ii. η δράση του Τάγματος στη Λιβονία και η σύγκρουση με τους Ρώσους. Στη Λιβονία, η δράση των ιπποτών διέπεται από διαφορετικό νομικό καθεστώς: το Τάγμα δεν έχει κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά υπάγεται στη δικαιοδοσία του επισκόπου της Ρίγας. Για τον λόγο αυτό, παπική βούλα του 1237 διευκρινίζει ότι ο μάγιστρος της Λιβονίας πρέπει να είναι διαφορετικός από αυτόν της Πρωσίας. Ο φον Ζάλτσα θα περιφρονήσει εντελώς τον όρο αυτό, διορίζοντας την ίδια χρονιά τον Μπαλκ μάγιστρο και της Λιβονίας. Η κίνηση θα διαταράξει ανεπανόρθωτα τις σχέσεις των Τευτόνων με την επισκοπή. Επιπλέον, στο ανατολικό τμήμα της Λιβονίας οι Τεύτονες πρέπει να σεβαστούν την κυριαρχία του Δανού βασιλιά σε ορισμένες περιοχές. Η συνύπαρξη θα αποτελέσει μια ακόμη αιτία προστριβών.

Η εξάπλωση της δράσης των Τευτόνων όλο και ανατολικότερα θα τους φέρει μοιραία σε σύγκρουση με τις ρωσικές ηγεμονίες. Το 1240 καταλαμβάνουν το Πσκοφ, προκαλώντας την αντίδραση της ηγεμονίας του Νόφγκοροντ. Ο εξόριστος πρίγκιπας Αλέξανδρος Νιέφσκι καλείται να επιστρέψει για να αντιμετωπίσει τους Γερμανούς. Η αποφασιστική μάχη δίνεται πάνω στην παγωμένη λίμνη Πέιπους (ρωσ. Τσούντσκογιε), στις 5 Απριλίου 1242, και καταλήγει στον θρυλικό πλέον ρωσικό θρίαμβο. Στην πραγματικότητα, δεν επρόκειτο ακριβώς για μια σύγκρουση μεταξύ Ρώσων και Τευτόνων Ιπποτών. Ουσιαστικά επρόκειτο για ένα στράτευμα καθολικών, του οποίου άλλωστε ηγείτο ο Χέρμανν, επίσκοπος του Ντόρπατ και αδελφός του Αλβέρτου της Ρίγας. Εκτός από τους Τεύτονες (οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν στην πραγματικότητα πρώην Ιππότες του Τάγματος της Λιβονίας), πολέμησαν Γερμανοί μισθοφόροι που είχε στρατολογήσει ο επίσκοπος του Ντόρπατ, Δανοί και, κυρίως, Εσθονοί (οι οποίοι αποτελούσαν και την πλειονότητα της δύναμης). Επιπλέον, οι Ρώσοι είχαν και την αριθμητική υπεροχή. Οπωσδήποτε, η έκβαση της μάχης ανέστειλε τα όποια σχέδια περαιτέρω επέκτασης προς τα ανατολικά, εντούτοις η σημασία της ήταν περισσότερο συμβολική παρά ουσιαστική (Gouguennheim «Les Chevaliers Teutoniques«, σελ. 561/ Toomaspoeg, όπ.π., σελ. 125). Οι απώλειες των ιπποτών ανέρχονταν στους 20 νεκρούς και τους 6 αιχμαλώτους! Το έμψυχο δυναμικό τους παρέμενε σχεδόν άθικτο. Κι αν θέλει κανείς να βρει αληθινές συντριβές των Τευτόνων θα πρέπει να αναζητήσει άλλους δράστες. Θα τους συναντήσουμε στα επόμενα επεισόδια…

Ετικέτες: , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , ,

25 Σχόλια to “Ιερουσαλήμ-Μαρίενμπουργκ – μέρος Ι”

  1. Αθ. Αναγνωστόπουλος Says:

    Πολύ ωραία και η σημερινή ανάρτηση, θυμίζει σε μας τους γερμανόπληκτους τις ένδοξες εποχές!

    Νομίζω όμως ότι στα ελληνικά λέμε συνήθως Σοραβοί. Και επειδή βλέπω ότι έχεις ευαισθησία σε αυτά, χρησιμοποιείται στα ελληνικά και το Σβιατοπόλκος. Όσο για τον Λιθουανό, θα μπορούσαμε να τον πούμε και Μινδαύγα να ξεμπερδεύουμε, θα θύμιζε κάτι από Μήδο ηγεμόνα αντί για μετανάστη πλέυ μέικερ 🙂

    Σου ξέφυγε και ένα 1239 αντί 1139 στον Ζάλτσα.

    Και βρε αδερφέ, όχι γαλλική παραπομπή στο Ντρανγκ ναχ Όστεν!

    • rogerios Says:

      Αγαπητέ Αθανάσιε, σ’ ευχαριστώ πολύ τόσο για τα καλά λόγια όσο και (κυρίως) για τις επισημάνσεις και διορθώσεις.

      – Οι Σοράβοι αντί των Σοραβών ήταν αβλεψία που διορθώθηκε.

      – Στις χρονολογίες για τον φον Ζάλτσα υπήρχε όντως αβλεψία, αλλά όχι στο 1239 που ήταν σωστό! Διόρθωσα σε 1209-1210, όπως έπρεπε, για τη χρονολογία της ανόδου του στο αξίωμα του μεγάλου μαγίστρου (ή γενικού μαγίστρου: στα λατινικά κείμενα οι Τεύτονες χρησιμοποιούσαν τον όρο magister generalis, όπως και κάποια αμιγώς θρησκευτικά τάγματα όπως οι Φραγκισκανοί. Στα γερμανικά, βεβαίως, ο όρος ήταν Hochmeister).

      – Έβαλα παραπομπή στη γερμανική Βίκι για το Ντρανγκ ναχ Όστεν, καθώς έχεις δίκιο για το ότι αρμόζει καλύτερα. Τί να κάνουμε όμως, αυτά είναι τα αντανακλαστικά του γαλλόφωνου 🙂 !

      – Για τη μεταγραφή του δούκα της Πομερανίας τα πράγματα είναι αρκετά ζόρικα, σε κάθε γλώσσα οι μεταγραφές πολλές και διάφορες, οπότε… je sais pas vraiment… Για τον Μιντάουγκας προτίμησα να μην εξελληνίσω το όνομα. Μου φάνηκε πως έτσι η Λιθουανία μπαίνει καλύτερα στιν χάρτη της Ιστορίας: κι αν θυμίζει μετανάστη πλέυ μέηκερ δεν με πειράζει ( 😉 ), μου αρκεί που καθιστά σαφές ότι πρόκειται για Λιθουανό. Έτσι κι αλλιώς τα επόμενα επεισόδια θα έχουν μπόλικη Λιθουανία (ως και Ζαλγκίρις θάχουμε, να χαρούν και οι μπασκετικοί).

  2. γρηγόρης στ. Says:

    Καταπληκτικό! Περιμένουμε τη συνέχεια….

  3. redkangaroo Says:

    Εύγε Ρογήρε. Χωρίς να θέλω να υποτιμήσω άλλες αναρτήσεις σου (τη γνώμη μου την έχω πει δημόσια άλλωστε) ο Μεσαίωνας είναι το καλό σου γήπεδο. Είχα πάντοτε για τους Τεύτονες την απορία, που σε μεγάλο βαθμό επιλύεις, μοναστικό Τάγμα μεν αλλά με τους Αγίους Τόπους -κι ευρύτερα με τη Μεσόγειο- όχι και μεγάλη σχέση. Εμ βέβαια αλλού ήταν ο ζωτικός χώρος! Περιμένουμε το β μέρος!
    P.S. Πολύ ευχαριστούμε και για το φωτογραφικό υλικό από το «Νιέφσκι»… πάνω που είχα αρχίσει να βαριέμαι το παλιό μου screen saver!

    • rogerios Says:

      Αγαπητέ φίλε, σ’ ευχαριστώ πολύ! [πάντως, μη νομίζεις, τα γήπεδα της Αρχαιότητας δεν έχουν συνθετικό χλοοτάπητα για να παρουσιάζουν μεγάλες δυσκολίες προσαρμογής 😉 ]

      Τώρα, δεν νομίζω ότι για τους Τεύτονες η δράση στην Πρωσία και τις χώρες της Βαλτικής ήταν κάτι σαν πεπρωμένο. Ο προορισμός βρέθηκε στην πορεία. Στην αρχή, η μετατροπή του νοσοκομείου σε στρατιωτικό θρησκευτικό* τάγμα οφειλόταν λίγο πολύ στους ίδιους λόγους που οδήγησαν και στην ίδρυση των Ναϊτών ή στη μετατροπή των Ιωαννιτών σε τάγμα και στρατιωτικού χαρακτήρα (ανάγκη υπεράσπισης των εδαφών των φραγκικών κρατών της Συρίας και Παλαιστίνης). Το σε τί χρειαζόταν ένα τάγμα γερμανικού χαρακτήρα, προσπάθησα να το εξηγήσω στο κείμενο. Βέβαια για τους Τεύτονες το πρόβλημα ήταν ότι στη Μέση Ανατολή δεν θα μπορούσαν ποτέ να παίξουν τον πρώτο ρόλο: τα δυο αρχαιότερα τάγματα είχαν πάρει ήδη τις καλύτερες θέσεις, τα καλύτερα φέουδα, είχαν πολύ μεγαλύτερη πολιτική επιρροή κ.ο.κ. Οπότε η ευκαιρία που τους προσέφεραν ο δούκας της Μαζοβίας και ο επίσκοπος της Ρίγας ήταν μοναδική: αντί να παριστάνουν τον ΠΑΟΚ ή την ΑΕΚ, μπορούσαν να κάνουν πρωταθλητισμό! Κι ακόμη, χάρη στη δικιά τους πολιτική επιδεξιότητα κατάφεραν να γίνουν το πρώτο τάγμα με δικό τους κυρίαρχο κράτος [οι Ιωαννίτες θα τους ακολουθήσουν με τα Δωδεκάνησα στην αρχή του 14ου αι.]. Στο επόμενο μέρος θα δούμε από τί περιπέτειες τους γλίτωσε αυτή η επιλογή!

      * όπως έχω ξαναγράψει, στην περίπτωση των στρατιωτικών θρησκευτικών ταγμάτων, ο όρος μοναστικός χρησιμοποείται καταχρηστικά. Για την καθολική εκκλησία μοναστικά είναι τυπικά μόνο τα τάγματα που ακολουθούν τον Κανόνα του Αγίου Βενεδίκτου [και των οποίων φυσικά τα μέλη ζουν σε κοινότητες απομονωμένες από τις πόλεις ή τα χωριά]: ο ορισμός αυτός του μοναστικού τάγματος αφήνει εκτός Φραγκισκανούς, Δομηνικανούς και – αργότερα – Ιησουίτες που έχουν κοσμική δράση. Κατά μείζονα λόγο, αποκλείει τα στρατιωτικά τάγματα.

      ΥΓ: Για τον «Νιέφσκι» μπορείς να βρεις εύκολα απίθανο υλικό και ειδικότερα κάμποσες αφίσες: αυτή που έβαλα μου φάνηκε η πιο εντυπωσιακή για χίλιους δύο λόγους. Νομίζω ότι η ανάλυση κι ο σχολιασμός της θα μπορούσε να πάρει πολύ χρόνο.

  4. redkangaroo Says:

    αυτό ακριβώς εννοούσα… το «ζωτικό χώρο» πρέπει να τον εφεύρεις, να τον «ανακαλύψεις» και αυτό ακριβώς έκαναν, άλλωστε έχουμε κι ένα ενδιαφέρον παράδειγμα «κοινωνικής κινητικότητας» (ίσως κι αυτός ο όρος να είναι καταχρηστικός αλλά δε βρίσκω καλύτερο) στο εσωτερικό του τάγματος, πράγμα που καταρρίπτει ένα ακόμα περί Μεσαίωνα στερεότυπο. Συμφωνούμε απόλυτα σχετικά με την αφίσα του «Νιέφσκι» και την ανάλυσή της. Εμένα μου φάνηκε πολύ εμπνευσμένη και ταιριαστή στις εποχές που ζούμε…

  5. rogerios Says:

    Α, η κοινωνική κινητικότητα (παρεμπ., μια χαρά μου φαίνεται ο όρος, άλλωστε αυτά είναι δικά σου λημέρια κατά βάση)! Άμα ψάξει κανείς θα βρει όσα παραδείγματα τέτοιας κινητικότητας θέλει.
    Μεταξύ μας, τα στρατιωτικά θρησκευτικά τάγματα δεν διαπνέονται ακριβώς από ριζοσπαστικές ιδέες κοινωνικών και ταξικών ανατροπών. Είναι συντηρητικά ως προς τη δομή και ιεραρχία τους, τυπικά απαιτούν οι ιππότες τους να είναι ευγενείς κ.λπ.. Κι όμως, ακόμα και σ’ αυτές τις συντηρητικές δομές, κινητικότητα υπάρχει. Πού να πάμε και στους εμπόρους ή να δούμε παραδείγματα δουλοπάροικων που καταλήγουν μεγαλοεισοδηματίες. ΟΚ, η μεσαιωνική κοινωνία είναι γενικά πιο στατική. Όποιος όμως πιστεύει ότι δεν κινείται τίποτε σ’ αυτήν προφανώς παραβλέπει στοιχειώδη διαχρονικά γνωρίσματα της ανθρώπινης δραστηριότητας.

    Για την αφίσα θ’ άξιζε το ψάξιμο για τον δημιουργό της ή έστω για την ακριβή προέλευσή της. Αυτή που έβαλα χρησιμοποιήθηκε στη Γαλλία, δεν ξέρω όμως αν σχεδιάστηκε στην ΕΣΣΔ. Τα χρώματα, το σχέδιο και η διάταξη των μορφών παραπέμπουν σε σοβιετικές αφίσες που σχεδιάστηκαν και κυκλοφόρησαν κατά τα χρόνια πριν τον Β΄ ΠΠ ή κατά τη διάρκειά του. Υπόσχομαι να προσπαθήσω να το ψάξω λίγο το θέμα.

    [για κάνε και μια αντιστοίχιση μορφών της αφίσας με μερικές σύγχρονες «μορφές της δημοκρατίας»! 🙂 ]

  6. Δύτης των νιπτήρων Says:

    Άλλη μια μάχη λοιπόν χωρίς πραγματική σημασία, η λίμνη Πέιπους… Αμάν πια. 🙂

    Είναι ωραία η αφήγηση του Αϊζενστάιν (ξέρω ότι έχεις δίκιο για το Εϊζενστέιν, αλλά δεν ΄πάει το χέρι μου…) για το γύρισμα της ταινίας, ιδίως για το πώς έψαχνε μια ιδέα για το συμβάν που θα έδινε την έμπνευση στον Νιέφσκι για το στρατηγικό του σχέδιο. Πριν καταλήξει στο παραμύθι με το λαγό και τη νυφίτσα, είχε συζητήσει διάφορα γκαγκ, μεταξύ των οποίων ένα γάτο που θα περπατούσε πάνω στον πάγο της λίμνης και θα τον έσπαγε…

    • rogerios Says:

      Χαίρε φίλτατε Δύτη!

      Την «ασημαντότητα» της νίκης του Νιέφσκι την είχαμε συζητήσει από την εποχή του ποστ για τον Δαρείο. Μάλιστα, για κάποιο λόγο μου είχε καρφωθεί στο μυαλό ότι εσύ είχες αναφέρει πρώτος τη μάχη στη λίμνη Πέιπους (ήταν όμως ο Ηλεφού, εσύ είχες μιλήσει στη συνέχεια για το Πουατιέ).

      Ούτε μένα μου πήγαινε να γράψω Έιζενστέιν, αλλά με τις πολλές το συνήθισα (εσύ κάνε ό,τι νομίζεις καλύτερο. Στο κάτω-κάτω, αν αρχίσουμε να συζητάμε, κι εμένα το Αιζενστάιν θα μου βγει πιο φυσικά).

      Πολύ ωραία η πληροφορία για το «σπάσιμο του πάγου». Έχεις υπόψη σου κι άλλα τέτοια ωραία παραλειπόμενο από το γύρισμα του φιλμ;

      ΥΓ: Εγώ θα προσέθετα, για το ξεκίνημα, τα κράνη των πεζικάριων που χρησιμοποιούν οι Τεύτονες στην ταινία: αν τα προσέξει κανείς είναι ελαφρώς τροποποιημένη εκδοχή του στάνταρ κράνους του γερμανικού στρατού! Έ, να μη μπερδεύεται και πολύ ο θεατής να καταλάβει το υπονοούμενο! Κι άμα δεν το κατάλαβε, οι σβάστικες του επισκόπου ξεκαθαρίζουν το ζήτημα.

      Τεσπα, η ταινία είναι χρυσωρυχείο θεμάτων για συζήτηση: από τον αντικληρικαλισμό της ως τις λεπτές (ή όχι και τόσο λεπτές) ιστορικές της ανακρίβειες.

  7. sissa ben dahir Says:

    Κυνηγάω πάντα τις αναρτήσεις σου, μαθαίνοντας για ζητήματα που είμαι εντελώς άσχετος. Εύγε.

  8. Καίτη Βασιλάκου Says:

    Ωραίο το θέμα που επέλεξες, Ρογήρε, και σχετικά άγνωστο σε μας τους Έλληνες, μια και οι Τεύτονες λίγο ασχολήθηκαν με το δικό μας χώρο. Όλοι αυτοί οι στρατιώτες του σταυρού ήταν φρούτο του μεσαίωνα. Καλός συνδυασμός: Και πίστη και ξίφος. Έτσι ενώνονται τα ουράνια με τα γήινα.

    • rogerios Says:

      Ακριβώς όπως τα λες! Βέβαια, επειδή η σύνδεση γης κι ουρανού είναι έννοια δυναμική κι ελαστική επιτρέπει χίλιες δυο διαφορετικές μεταξύ τους προσεγγίσεις και ίσως εκεί να έγκειται και το μεγάλο ενδιαφέρον του θέματος.

      Από μιαν άποψη είναι περίεργο που η δράση των στρατιωτικών θρησκευτικών ταγμάτων δεν είναι ιδιαίτερη γνωστή στην Ελλάδα, μια και είχαν πλούσια δράση στα μέρη μας. Οι Τεύτονες, π.χ., έμειναν στην Πελοπόννησο μέχρι το 1500 περίπου. Ωστόσο δεν έχουμε στη διάθεσή μας (τουλάχιστον πρόσφατες) συνθετικές μελέτες για τη δράση τους στην Ελλάδα: η δυσκολία έγκειται μάλλον στο ότι όσον αφορά τη διοικητική περιφέρεια της Ρωμανίας δεν έχουν βρεθεί (στη Μοστενίτσα ή κάπου αλλού) αρχεία του τάγματος (όπως π.χ. βρέθηκαν στο Παλέρμο) που θα μας έδιναν πλήρη και ακριβή εικόνα των δραστηριοτήτων τους.

      [Για να δούμε: θα τα καταφέρω μέχρι το Σάββατο, άντε την Κυριακή, να βγάλω το δεύτερο μέρος; Το ελπίζω]

  9. Earion Says:

    Φίλε Ρογέριε,

    Έχουμε μάθει να μην παραπονιόμαστε για τις αραιές σου εμφανίσεις, αφού το καλό πράμα αργεί να γίνει κι εσύ από τη μεριά σου φροντίζεις να μας αποζημιώνεις με το καλύτερο. Συγχαρητήρια και για τους Τεύτονες λοιπόν και αδημονούμε για τα επόμενα.

    Θα μου επιτρέψεις να κάνω δύο παρατηρήσεις εντελώς στο περιθώριο, ώστε να μην αφαιρέσουν τίποτε από τον έπαινο που δικαιολογημένα αξίζεις;

    Η πρώτη είναι ότι με ξένισε η «ασυνήθιστη» απόδοση των ρωσικών ονομάτων (Έιζενστέιν, Νόφγκοροντ). Δεν μπορεί κανείς να σου αντικρούσει το επιχείρημα ότι έτσι είναι η σωστή προφορά, αλλά, τι να κάνουμε, αλλιώς έχουν καθιερωθεί· και το άπαξ καθιερωθέν… ανεπίδεκτο αλλαγής! Αναλογίσου ότι τέτοιες περιπτώσεις έχουμε αρκετές. Πώς να αλλάξει τώρα, για παράδειγμα, ο Βαν Γκογκ αφού τον μάθαμε έτσι; Και μετά τον Εγγονόπουλο ποιος τολμά να πει Μπολίβαρ; Αϊζενστάιν και Νόβγκοροντ, έτσι τα μάθαμε σε όλη τη δεκαετία του ’70, τότε που παιζόταν ο «Αλέξανδρος Νιέφσκι» και ο «Ιβάν ο Τρομερός» κανονικότατα (και έκαναν εισιτήρια!) στις Αλκυονίδες και στα Στούντιο… Γι’ αυτό ισχυρίζομαι ότι έχει μεγάλη σημασία να τα συλλαμβάνει κανείς όλα αυτά νωρίς, στην είσοδο, προτού πατήσουν πόδι για τα καλά στη χώρα· να υπήρχε, ας πούμε, ένα γλωσσικό τελωνείο! Το Αθηναϊκό Πρακτορείο –ονειροπολώ τώρα– δεν θα μπορούσε να τηρεί αρχείο καθιερωμένων αποδόσεων ονομάτων και να το μοιράζει στα Μ.Μ.Ε.;

    Εκεί πάντως που η αποκατάσταση ματαιοπονεί απολύτως είναι στα πολωνικά ονόματα, που έτσι κι αλλιώς μας είναι αρκετά μακρινά και εξωτικά, και τα οποία με τη «σωστή» τους απόδοση καταντούν αγνώριστα. Έχω στο νου μου ένα καλό ιστορικό βιβλίο, πρόσφατα μεταφρασμένο, για την κατεχόμενη από τους Γερμανούς Ευρώπη στη διάρκεια του πολέμου, όπου το Χέλμνο γίνεται Χέουμνο, το Μπιαλιστόκ Μπιαουίστοκ και το στρατόπεδο εξόντωσης Μπέλζετς Μπέουζετς (και ο Μολότοφ Μόλοτοφ). Αντιλαμβάνομαι την καλή πρόθεση του μεταφραστή και την έγνοια του να είναι ακριβής και τον κόπο του να εξακριβώσει τη σωστή προφορά, αλλά, πώς να γίνει, έτσι τα έχουμε μάθει τόσα χρόνια από τις ιστορίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

    Εκείνος δε ο δικός σου, ο ανοικονόμητος Σβιαντόπελκ ή Σβιεζτόπεουκ ή τι στο καλό τέλος πάντων, μήπως είναι το ίδιο όνομα που η παλιά εγκυκλοπαίδεια, ο Πυρσός, το λέει Σβιατοπόλκ; (Οι Βυζαντινοί φαντάζομαι θα τον μετέφραζαν Σφενδοπούλκο!).

    Χέρμανν, με διπλό τελικό ν, δεν θα το υιοθετούσα, γιατί δεν μπορούμε να τηρούμε στη μεταφορά από την ξένη γλώσσα συμφωνικά συμπλέγματα ανύπαρκτα στα ελληνικά (καμιά ελληνική λέξη δεν τελειώνει με δύο σύμφωνα, με εξαίρεση, για συγκεκριμένους λόγους, το ξ και το ψ). Δεν μπορούμε δηλαδή να γράψουμε Ντε Γκωλλ (ή Ντε Γκολλ), ούτε Χάιντεγκγκερ.

    Η δεύτερη παρατήρηση έχει να κάνει με τα κράνη του στρατού των ιπποτών στην ταινία, τα όντως εντυπωσιακά, όπου θα έχεις προσέξει έναν ηθελημένο (;) αναχρονισμό: ενώ τα κράνη των ίδιων των ιπποτών είναι πολύ κοντά στα αυθεντικά, δηλαδή της εποχής που έγινε η μάχη, τα κράνη των απλών στρατιωτών προσπαθούν να μοιάσουν σε κατά πολύ μεταγενέστερα μοντέλα, του προχωρημένου 15ου αιώνα, αυτά που στα αγγλικά/γαλλικά ονομάζονται σαλέ (sallet), γαλλικά επίσης και σαλάντ (salade). Όχι τυχαία, όπως παρατήρησες, διότι μοιάζουν με τα γερμανικά κράνη του Β΄ Π.Π., και ο Αϊζενστάιν ήθελε να είναι κατάδηλος ο παραλληλισμός. Αλλά και αυτό τυχαίο δεν είναι, γιατί τα γερμανικά κράνη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εξέλιξη των οποίων ήταν τα κάπως ελαφρότερα του Β΄, ήταν και αυτά βασισμένα στο σχέδιο ακριβώς των σαλάντ!

    Φυσικά δεν στέκομαι σε αυτά τα δευτερεύοντα, Ρογέριε, αποτιμώντας τη συμβολή σου, και ελπίζω να μην έδωσα αυτή την εντύπωση· αλλά, νά, οσμίστηκα ότι κάπως σαν να τις έβαλες προκλητικά αυτές τις «αποκαταστάσεις», ίσα ίσα για να βρεθεί αφορμή για διάλογο, και είπα να σηκώσω το γάντι.

    Έρρωσο.

    • rogerios Says:

      Αγαπητέ Earion, σε ευχαριστώ ιδιαιτέρως και ειλικρινώς για όλα, κυρίως δε για τις παρατηρήσεις σου που δίνουν την ευκαιρία για ένα διάλογο που ίσως και να αποδειχθεί δημιουργικός.

      Πράγματι η «σωστή» (τα εισαγωγικά τα βάζω γιατί μόνο σε ιδεατούς κόσμους ίσως υπάρχει ορθή μεταγραφή ονομάτων ξένης γλώσσας) μεταγραφή των ρωσικών και πολωνικών ονομάτων μπήκε στο κείμενο μετά από πολλή σκέψη και με διάθεση ας πούμε πρόκλησης, όπως περίπου περιγράφεις τα πράγματα με την τελευταία παράγραφο του σχολίου σου. Ίσως γιατί πιστεύω ότι ένα περιθωριακής εμβέλειας μέσο, όπως είναι το ιστολόγιο ενός «βαρεμένου» μπορεί ν’ αποτελέσει το πεδίο τέτοιων πειραματισμών. Μη νομίζεις ότι έχω καταλήξει δογματικά σε αμετάκλητα συμπεράσματα, πιστεύω όμως ότι και σε άλλες γλώσσες (που δεν έχουν πάντα και το πρόβλημα του διαφορετικού αλφαβήτου) ο προβληματισμός για τη μεταγραφή των ονομάτων ανανεώνεται διαρκώς (π.χ. στα βιβλία που διάβασα στα γαλλικά για το συγκεκριμένο θέμα παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις όσον αφορά τη μεταγραφή όχι μόνο των πολωνικών, αλλά και των γερμανικών ονομάτων).

      Ειδικά για τον Δούκα της Πομερανίας με το απρόφερτο όνομα, μια λύση που ίσως να την ακολουθούσαν κι οι Βυζαντινοί αν χρειαζόταν, θα ήταν η μεταγραφή από την λατινική εκδοχή του ονόματος, οπότε θα είχαμε τον Σουατοπόλκο.

      Τα διπλά σύμφωνα είναι μια παραξενιά μου που οφείλεται στην εμμονή με τη «φενάκη» της αντιστρεψιμότητας. Ευελπιστώ στην κατανόηση των φίλων αναγνωστών.

      Πολύ μου άρεσαν όλα τα στοιχεία σχετικά με τα κράνη ιπποτών και πεζικάριων στην ταινία του Έιζενστέιν ( 😉 είμαι αδιόρθωτος, έ).

      Un grand merci (για ένα από τα σχόλια που με ευχαρίστησαν περισσότερο) και… αναμένω!

  10. rogerios Says:

    Αγαπητέ Θανάση, καλώς όρισες ως σχολιαστής του ιστολογίου! Σ’ ευχαριστώ πολύ για τα καλά λόγια κι εύχομαι ευτυχισμένη νέα χρονιά! Με το καλό να τα λέμε!

    • Θανάσης Says:

      Ευχαριστώ πολύ, αγαπητέ μου φίλε! Να σε ρωτήσω κάτι: Έχεις βγάλει κάτι σχετικό με σκωτσέζικη μεσαιωνική ιστορία; Αν όχι μπορείς να βγάλεις; Και κάτι ακόμη: Πώς βάζουμε φωτογραφίες σε αυτό το προφίλ; (συγγνώμη για τις απανωτές ερωτήσεις!) Καλή χρονιά και σε σένα!

      • rogerios Says:

        Θανάση, ζητώ συγγνώμη για την καθυστερημένη απάντηση. 1. Δυστυχώς όχι, δεν έχω γράψει τίποτε που να σχετίζεται με τη μεσαιωνική Σκωτία. Κι ομολογώ ότι δεν είχα σκεφτεί ως τώρα κάποια ανάρτηση με τέτοιο θέμα. 2. Θα σου ζητήσω διευκρίνιση. Υποθέτω, πάντως, ότι εννοείς πώς να συνοδέψεις το δικό σου προφίλ με φωτογραφία, μολονότι δεν διατηρείς λογαριασμό στη Γουώρντπρες. Ως τεχνολογικά αναλφάβητος δεν έχω κάποια σίγουρη απάντηση. Φαντάζομαι ότι μπορείς να το κάνεις μέσω λογαριασμού στο Gravatar (ή ανοίγοντας λογαριασμό στη WordPress χωρίς να διατηρείς ουσιαστικά παρά μόνο κατ’ όνομα ιστολόγιο). Αν οι φίλοι έχουν καλύτερες ιδέες για πιο απλές λύσεις παρακαλούνται να μας ενημερώσουν.

    • Θανάσης Says:

      Αγαπητέ Ρογήρε, 1. δεν χρειάζεται να μου ζητάς συγγνώμη. 2. Ευχαριστώ πολύ!

    • Θανάσης Says:

      Ευχαριστώ! Να’σαι καλά! Έβαλα τον Άγιο Ιωάννη Βατατζή!

  11. rogerios Says:

    Πολύ πονηρή κίνηση! Με προλαβαίνεις και θα είσαι επίκαιρος για μεγάλο διάστημα! 🙂

Αφήστε απάντηση στον/στην Earion Ακύρωση απάντησης

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.